- ξανθίζετε
- ξανθίζωmake yellowpres imperat act 2nd plξανθίζωmake yellowpres ind act 2nd plξανθίζωmake yellowimperf ind act 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ξανθίζω — ξανθίζω, ξάνθισα, ξανθισμένος βλ. πίν. 33 Σημειώσεις: ξανθαίνω – ξανθίζω : η έννοια των δύο ρημάτων δεν ταυτίζεται. Το ξανθαίνω σημαίνει γενικά → κάνω κάτι ξανθό ή γίνομαι ξανθός, ενώ το ξανθίζω χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις, π.χ.… … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ξανθαίνω — ξανθαίνω, ξάνθυνα βλ. πίν. 47 Σημειώσεις: ξανθαίνω – ξανθίζω : η έννοια των δύο ρημάτων δεν ταυτίζεται. Το ξανθαίνω σημαίνει γενικά → κάνω κάτι ξανθό ή γίνομαι ξανθός, ενώ το ξανθίζω χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις, π.χ. ξανθίζετε το… … Τα ρήματα της νέας ελληνικής